Πόσο σημαντικό είναι το ντύσιμο των παιδιών; Πόσο σημασία πρέπει να δίνουν τα ίδια σε αυτό, αλλά και εμείς, ως γονείς; Είναι κάτι που πρέπει να το αντιμετωπίζουμε ως κάτι διεκπεραιωτικό, ή ως κάτι με μεγαλύτερη σημασία και πιο βαθύ νόημα;
Σε μικρές ηλικίες διαλέγουμε τα ρούχα των παιδιών μας με βάση τα δικά μας γούστα. Μεγαλώνοντας, τα παιδιά διεκδικούν το ρόλο τους στις ενδυματολογικές τους επιλογές, υπολογίζοντας το δικό τους γούστο, τις τάσεις και αυτά που βλέπουν στους φίλους τους. Κάπου εκεί, για πρώτη φορά, μπαίνει στη ζωή τους (και συνεπώς και στη δική μας) η διάθεση της αυτοπροβολής τους, ο τρόπος που θέλουν τα ίδια τα παιδιά να προσδιορίζονται ως άτομα.
Γιατί τα παιδιά είναι άτομα από μόνα τους, δεν είναι δικές μας προεκτάσεις. Η προσωπικότητα του κάθε παιδιού, όπως και στους ενήλικες, καθρεφτίζεται στον τρόπο που ντύνονται. Η διαφορά με τους ενήλικες είναι ότι τα παιδιά, έχουν, ή τουλάχιστον, οφείλουν να έχουν, μία καθοδήγηση ως προς το ντύσιμό τους, όχι μόνο για να μάθουν να τα συνδυάζουν, αλλά κυρίως για να μάθουν πώς θα προσδιορίζουν τον εαυτό τους στο κοινωνικό σύνολο, γοητεύοντας τους άλλους, αλλά και τον ίδιο τους τον εαυτό με έναν όμορφο και αξιοπρεπή τρόπο.
Η προσωπικότητα φοριέται. Η παιδεία φοριέται. Η καθαριότητα, ο σεβασμός, η ηλικία και η αξιοπρέπεια φοριούνται. Αυτό ισχύει για όλους, αλλά τα παιδιά πρέπει να το μάθουν από εμάς, που – θεωρητικά – το γνωρίζουμε καλά.
Ο κόσμος προχωράει, το κοινωνικό μοντέλο αλλάζει, δε μπορούμε να μένουμε δεμένοι στα πρότυπα και τα στερεότυπα παλαιότερων εποχών, αυτό είναι σίγουρο, αλλά από αυτό μέχρι την εξαφάνιση της παιδικότητας υπάρχει μία τεράστια απόσταση. Τα παιδιά βιάζονται να μεγαλώσουν, αλλά στο δρόμο προς την εφηβεία, πρέπει να έχουν ξεκάθαρη αντίληψη της ηλικίας τους. Βέβαια, πρέπει εδώ να συνυπολογίσουμε ότι η ορμονική ανάπτυξή τους γίνεται πλέον με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς από ότι παλιότερα. Παρ’ όλα αυτά, μια προκλητική εμφάνιση, σε αυτήν την πρόωρη φάση, αδικεί τη φρεσκάδα τους και όχι μόνο. Αδικεί την αθωότητα που πρέπει να έχουν, αδικεί την ηλικία τους, το δικαίωμα που έχουν να φέρονται και να αντιμετωπίζονται ως παιδιά, όχι ως μικρομέγαλα που προσπαθούν να ξεχωρίσουν με έναν τρόπο που, λόγω άγνοιας, τους φαίνεται φυσιολογικός, αλλά στην πραγματικότητα είναι εντελώς άστοχος.
Σε έναν κόσμο με αμφιλεγόμενα πρότυπα, είναι λυπηρό και πλέον επικίνδυνο, τα παιδιά να αναζητούν κυρίως μέσα από την εμφάνισή τους την αναγνώριση, την αποδοχή, την εξέλιξη και εν τέλει, την καταξίωση. Είναι λυπηρό να βλέπουμε παιδιά να χάνουν την παιδικότητά τους, να γίνονται πρόωρα κάτι για το οποίο δεν είναι έτοιμα ακόμα, μπαίνοντας στη λογική ότι μία προκλητική εμφάνιση μπορεί να υποκαταστήσει τις δεξιότητές τους. Το χειρότερο όμως είναι να βλέπουμε ότι όλο αυτό τροφοδοτείται ή/και είναι αποδεκτό από τους ίδιους τους γονείς.
Κι εδώ έρχονται οι αντιδράσεις. Αυτές οι αντιδράσεις από τη μεριά των παιδιών, γεμάτες ένταση και ανελαστικότητα, η απογοήτευση και η απελπισία τους απέναντι στην κάθε απαγόρευση ή έστω περιορισμό. Τότε τί γίνεται; Πόσες μάχες μπορούν να δώσουν οι γονείς και κυρίως, πόσες από αυτές μπορούν να κερδίσουν;
Μα ακριβώς αν αφήσουμε αυτές τις μάχες να δυναμώσουν τόσο πολύ, ώστε να γίνουν πόλεμοι, τότε είναι αργά. Θεωρούμε τους εαυτούς μας προοδευτικούς γονείς, κάποιοι από εμάς προσπαθούμε καθημερινά γι’ αυτό, στην πραγματικότητα όμως, πολλές φορές πέφτουμε στο ίδιο λάθος που έπεφταν συνέχεια και οι δικοί μας γονείς: θεωρούμε ότι τα παιδιά πρέπει να κάνουν κάτι επειδή το λέμε εμείς, την ώρα που το λέμε εμείς. Λάθος. Τα παιδιά θα κάνουν κάτι, όχι επειδή το λέμε εμείς, αλλά επειδή το κάνουμε εμείς, επειδή τους το δείχνουμε μέσα από τη δική μας συμπεριφορά και τις δικές μας πράξεις. Θα υιοθετήσουν κάτι για πάντα, αν το πάρουν ως παράδειγμα, όχι ως εντολή.
Ας συνειδητοποιήσουμε λοιπόν ότι εμείς είμαστε ο διαδραστικός πίνακας των παιδιών. Ο τρόπος που ντυνόμαστε με βάση τη δική μας ηλικία, τις δικές μας οικονομικές δυνατότητες, αλλά και τις δικές μας κοινωνικές συμπεριφορές, επηρεάζει και άμεσα και έμμεσα τις επιλογές των παιδιών. Ας δείξουμε στα παιδιά τη σημασία και την αξία της κάθε ηλικίας, της κάθε περίστασης και του κάθε στόχου. Ας τους μάθουμε τα εκάστοτε όρια, τηρώντας τα πρώτα εμείς οι ίδιοι. Αν αυτό γίνεται από νωρίς και γίνεται συστηματικά, αν αυτό είναι τρόπος ζωής και κομμάτι της οικογενειακής κουλτούρας, τα παιδιά θα το αποδεχτούν πολύ πιο εύκολα από μια απλή, επαναλαμβανόμενη εντολή, συνοδευόμενη συχνά από εκφοβισμούς.
Δε γίνεται να πιστεύουμε ότι οι δικές μας αποφάσεις, οι δικές μας επιλογές και συμπεριφορές δε δίνουν κατευθύνσεις στα παιδιά μας, δε γίνεται να έχουμε μεγάλες προσδοκίες από τα παιδιά μας, αν εμείς δεν τις καλλιεργήσουμε και εν κατακλείδι, δε γίνεται να έχουμε ακόμα το αυθαίρετο, αλλά διαχρονικό άλλοθι «άλλο εγώ, άλλο εσύ».