Γράφω αυτό το κείμενο ως μαμά σήμερα, αλλά θυμούμενη τα δικά μου εφηβικά χρόνια. Δεν μπορώ να πω ότι ήταν άσχημα, παρόλο που οι γονείς μου ήταν χωρισμένοι. Έμαθα μάλιστα να ζω έτσι, αφού χώρισαν όταν εγώ ήμουν μόνο 2 ετών. Δηλαδή το φυσιολογικό για μένα ήταν να ζω με τη μαμά μου και τη γιαγιά μου και όχι με τους δυο μου γονείς. Επιπλέον, η γυναίκα του μπαμπά μου (δεν μου αρέσει η ονομασία μητριά, παραπέμπει στο παραμύθι που όλοι ξέρουμε, στο οποίο η μητριά είναι κακή) ήταν πάντα πολύ καλή με μένα και μάλιστα τη θεωρούσα – και ακόμα τη θεωρώ – φίλη μου. Με πρόσεχε, μου μάθαινε πολλά, συζητούσε μαζί μου.
Λογικά λοιπόν, τα χρόνια της δικής μου εφηβείας ήταν φυσιολογικά. Μέχρι που μπήκε στη ζωή της μαμάς μου ένας άλλος άνδρας. Όχι γιατί έκανε η μητέρα μου σχέση, κάθε άλλο, αυτό το ήθελα πολύ, για να τη δω πάλι να γελάει. Το πρόβλημα ήταν ο συγκεκριμένος άνδρας. Δεν ήταν αυτός που έδειχνε μπροστά σε όλους. Είχε και ένα άλλο πρόσωπο, ένα πρόσωπο που μόνο εγώ είχα την ατυχία να γνωρίσω…
Χήρος, με δυο παιδιά, θα περίμενε κανείς να είναι ο πιο γλυκός άνθρωπος του κόσμου, που είχε τη θέληση και την ανάγκη να ξαναφτιάξει τη ζωή του, όπως εξάλλου και η μαμά μου. Αυτό όμως που ζητούσε ήταν κάτι παραπάνω από εκείνη και τη συντροφικότητα της. Ήθελε κι εμένα!
Όταν λοιπόν γύρναγε η μαμά μου την πλάτη, εκείνος άπλωνε το χέρι του και με χάιδευε σε «απαγορευμένα» σημεία. Όταν η μητέρα μου ήταν στη δουλειά και εγώ στο σπίτι – το σχολείο τότε ήταν και απογεύματα – εκείνος ερχόταν στο σπίτι. Θυμάμαι μια φορά χαρακτηριστικά, που μόλις είχα βγει από το μπάνιο όταν το κουδούνι χτύπησε. Τυλίχτηκα λοιπόν με μια πετσέτα και άνοιξα. Αυτός χαμογελώντας άρχισε να με φιλάει στο λαιμό. Ευτυχώς δεν προχώρησε ούτε με πίεσε όταν απομακρύνθηκα.
Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε για καιρό, αφού εγώ δεν μιλούσα. Γιατί; Διότι νόμιζα ότι αν της έλεγα τι συνέβαινε, θα τους χάλαγα τη σχέση. Το μυστικό όμως μαθεύτηκε. Από παιδί είχα τη συνήθεια να γράφω είτε ποιήματα, είτε κείμενα απλά για κάτι που με απασχολούσε. Το έβλεπα σαν διέξοδο όταν ήταν κάτι που δεν μπορούσα να πω σε κανένα ή δεν μπορούσα να διαχειριστώ. Έτσι έγραψα και γι’ αυτό μου το πρόβλημα. Μετά από λίγο καιρό αυτό το χαρτί το βρήκε η μαμά μου. Την ίδια μέρα χώρισε.
Μέσα στην ατυχία μου λοιπόν ήμουν τυχερή. Η ζημιά δεν ήταν μεγάλη, αφού δεν έγινε τελικά κάτι ανεπανόρθωτο. Όμως οι σκηνές δεν θα σβηστούν ποτέ από το μυαλό μου. Είμαι 38 ετών σήμερα και ακόμη δυσκολεύομαι να εμπιστευτώ και να αφεθώ, και κυρίως σε άνδρες.
Σε όλες τις μαμάδες λοιπόν που είναι χωρισμένες και έχουν κορίτσια: Μη φοβάστε να ξαναφτιάξετε τη ζωή σας. Να έχετε όμως πάντα τα μάτια σας ανοιχτά. Ο σύντροφός σας μπορεί να είναι ο καλύτερος του κόσμου. Όμως καλό είναι να είστε κάτι παραπάνω από σίγουρες για το ποιος θα ζήσει όχι μόνο με εσάς, αλλά και με την κόρη σας.
της Ελένης
Πρώτη δημοσίευση στο: www.efiveia.gr