Όταν ήμουν μικρή, κάποιες φορές που η μητέρα μου είχε δουλειές, θέλοντας να με απασχολήσει, μου έλεγε: «Πήγαινε στη θεία Ανθούλα και πες της να σου δώσει το χασομέρι». Αργότερα που πήγα στο σχολείο, κάθε φορά που κουραζόμουν από το διάβασμα και χρειαζόμουν ένα διάλειμμα μου έλεγε: «Δεν πας μια βόλτα μέχρι τη θεία Ανθούλα μήπως σου δώσει το χασομέρι;»
Όσες φορές και αν τη ρώτησα, ποτέ δεν μου αποκάλυψε με τι έμοιαζε αυτό το «χασομέρι», από τι ήταν φτιαγμένο ή πόσο μεγάλο ήταν, τέλος πάντων. «Πήγαινε» μου έλεγε «κι εκείνη ξέρει». Θυμάμαι ότι βαθιά μέσα μου ήξερα τι ήταν το «χασομέρι», αλλά ήταν τόσο πειστική η μητέρα μου όταν αναφερόταν σε αυτό σαν να επρόκειτο για κάτι χειροπιαστό, που στο τέλος με έκανε να αμφιβάλλω αν ήταν αυτό που είχα καταλάβει.
Η θεία Άνθη, στην οποία κατέφευγα ζητώντας της το, ποτέ δεν μου το έδωσε. Πάντα έβρισκε δικαιολογίες κερνώντας με σοκολατάκια ή γλυκό του κουταλιού, αλλά τις πιο πολλές φορές διαβάζοντας μαζί μου παραμύθια.
Όσες φορές και αν τη ρώτησα, ποτέ δεν μου αποκάλυψε με τι έμοιαζε αυτό το «χασομέρι», από τι ήταν φτιαγμένο ή πόσο μεγάλο ήταν, τέλος πάντων. «Πήγαινε» μου έλεγε «κι εκείνη ξέρει». Θυμάμαι ότι βαθιά μέσα μου ήξερα τι ήταν το «χασομέρι», αλλά ήταν τόσο πειστική η μητέρα μου όταν αναφερόταν σε αυτό σαν να επρόκειτο για κάτι χειροπιαστό, που στο τέλος με έκανε να αμφιβάλλω αν ήταν αυτό που είχα καταλάβει.
Η θεία Άνθη, στην οποία κατέφευγα ζητώντας της το, ποτέ δεν μου το έδωσε. Πάντα έβρισκε δικαιολογίες κερνώντας με σοκολατάκια ή γλυκό του κουταλιού, αλλά τις πιο πολλές φορές διαβάζοντας μαζί μου παραμύθια.
Τα παιδιά της που ήταν πλέον μεγάλα και είχαν φύγει για σπουδές, είχαν αφήσει πίσω τους μια μεγάλη βιβλιοθήκη γεμάτη με όλων των ειδών τα βιβλία. Έτσι, κάθε φορά αντί να γυρίσω πίσω στο σπίτι με το «χασομέρι», έφευγα γεμάτη εικόνες από τις ιστορίες και τα παραμύθια που διαβάζαμε λέγοντας στη μητέρα μου ότι η θεία Άνθη δεν μου το έδωσε τελικά το χασομέρι. Τότε εκείνη μου έλεγε χαμογελώντας: «Δεν πειράζει θα σου το δώσει άλλη φορά, κάτσε τώρα να συνεχίσεις το διάβασμά σου».
Εκείνη είχε πάντα ένα βιβλίο ψηλά στον πάγκο της κουζίνας και κάθε φορά που περίμενε το φαγητό να γίνει, διάβαζε. Η τηλεόραση, αν και ήταν της μόδας τότε, αφού έβλεπαν όλοι μανιωδώς τα σήριαλ, δεν άνοιγε πριν τις οχτώ που εγώ τελείωνα με τα μαθήματά μου και είχε έρθει και ο μπαμπάς στο σπίτι από την απογευματινή του εργασία.
Έτσι, έμαθα να αγαπάω το διάβασμα και να το θεωρώ αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου. Κάντε τα παιδιά σας από μικρά να αγαπήσουν το διάβασμα, δίνοντάς τους τα ερεθίσματα και το καλό παράδειγμα που χρειάζονται. Δώστε τους το «χασομέρι» που χρειάζονται.
της Κάκια Ξύδη, Συγγραφέας
13/04/2014
Προφίλ fb: Κάκια Ξύδη
Blog: http://xidikakia.blogspot.gr/
Σελίδες:
“Ταξίδι στην ομίχλη” (μυθιστόρημα)
Σε ελεύθερη πτώση
Ανεμομπελάδες στις Κυκλάδες